Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011

Η συμβολή του παππού και της γιαγιάς στη συναισθηματική σταθερότητα της νέας οικογένειας



Στις ελληνικές οικογένειες η συμμετοχή του παππού και της γιαγιάς στην ανατροφή των παιδιών πολλές φορές θεωρείται αυτονόητη και μάλιστα όσο πιο απαιτητική γίνεται η ζωή για τα νέα ζευγάρια τόσο περισσότερο αναλαμβάνει δράση η μεγαλύτερη γενιά. Οι γονείς του νέου ζευγαριού μπορούν να ωφελήσουν με την βοήθειά τους, τόσο την υγιή συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών όσο και τη συναισθηματική σταθερότητα της οικογένειας ως σύνολο.
Αν ανατρέξει κανείς στα παιδικά παραμύθια ή στα κινούμενα σχέδια, θα διαπιστώσει ότι παρά τις αλλαγές που παρατηρούνται με τα χρόνια στο θέμα και στο ύφος τους, οι παππούδες και οι γιαγιάδες παραμένουν πάντοτε οι πιο ζεστές και αγαπητές φιγούρες, οι ήρωες που γεμίζουν τις παιδικές ψυχούλες με συναισθήματα αγάπης, ασφάλειας και σιγουριάς.
Η σχέση των παππούδων και των γιαγιάδων με τα εγγόνια τους είναι μοναδική και ανεπανάληπτη. Και αυτό συμβαίνει γιατί ταυτόχρονα είναι και «προνομιακή». Οι παππούδες και οι γιαγιάδες βρίσκονται στην προνομιακή θέση να επικοινωνούν με τα εγγόνια, να τους προσφέρουν την αγάπη και την προσοχή τους, χωρίς να φέρουν το βάρος της ευθύνης για την εξέλιξη τους. Απαλλαγμένοι από το άγχος που έχουν οι γονείς – ότι οι συμπεριφορές των παιδιών αντικατοπτρίζουν το πόσο καλοί γονείς είναι οι ίδιοι – είναι ελεύθεροι να αγαπούν και να απολαμβάνουν τα εγγόνια τους χωρίς όρους. Έτσι είναι σε θέση να επιτελέσουν αποτελεσματικά το ανεκτίμητο έργο τους. Πώς;
 Τα μικρά παιδιά έχουν διαρκώς ανάγκη από ασφάλεια και σταθερότητα, από όποια πηγή και αν αυτές προέρχονται. Η παρουσία των παππούδων και των γιαγιάδων εξασφαλίζει στα παιδιά ότι θα βρεθεί κάποιος να τα πάρει από το σχολείο - όταν οι γονείς τους δεν θα μπορούν, να τους μαγειρέψει το αγαπημένο τους φαγητό, να τα πάει βόλτα, να τα βοηθήσει με τα μαθήματά τους. Με άλλα λόγια να τους εξασφαλίσει ότι η καθημερινότητά τους κυλάει κανονικά και όλες τους οι ανάγκες καλύπτονται. Εξάλλου η επαφή και μόνο με τους παππούδες και τις γιαγιάδες, που κατά κύριο λόγο διακρίνονται για την ηρεμία και την υπομονή τους, βοηθάει τα παιδιά να αισθάνονται ασφαλή και σίγουρα.
 Αυτοί επιπλέον συμβάλλουν καταλυτικά στην συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Διαθέτουν το χρόνο, την εμπειρία και τη διάθεση να προσεγγίσουν χωρίς άγχος τα μικρά παιδιά, να μοιραστούν τις δυσκολίες τους, να παρακολουθήσουν από κοντά τα κατορθώματά τους, να τα επιβραβεύσουν. Ένα μεγάλο μέρος της αυτοεκτίμησης των παιδιών οφείλεται πάντα στους παππούδες. Παράλληλα, επειδή ακριβώς η αποδοχή στη σχέση τους είναι αμοιβαία, μπορούν ιδιαιτέρως αποτελεσματικά να τα συμβουλεύσουν και να τα καθοδηγήσουν, χωρίς να κινδυνεύουν να έρθουν αντιμέτωποι με ακραίες αμφισβητήσεις. Από την μεταξύ τους επαφή εξάλλου τα παιδιά μαθαίνουν να συναναστρέφονται με όλες τις ηλικίες, να αποκτούν κοινωνικές δεξιότητες και να κατανοούν την ιεραρχία, βάση της οποίας λειτουργεί η κοινωνία μας. Ακόμα τα παιδιά συνδέονται με το παρελθόν και βιώνουν το συναίσθημα της συνέχειας διαμορφώνοντας συγχρόνως και την ταυτότητά τους.
Όσον αφορά την προσφορά τους στο γενικότερο οικογενειακό σύστημα, ο παππούς και η γιαγιά μπορούν να αποτελέσουν «προστάτες» και «ισορροπιστές» του θεσμού της οικογένειας παρέχοντας τη συναισθηματική σταθερότητα και τη συνέχεια που έχει ανάγκη η οικογένεια ως σύστημα.
Οι σημερινοί ενήλικες είναι παιδιά μιας γενιάς σαρωτικών αλλαγών σε πολλά επίπεδα (κοινωνικό, οικονομικό, θεσμικό). Στην προσπάθειά τους να ακολουθήσουν τις αλλαγές αυτές και να τις προλάβουν, δείχνουν να έχουν χάσει τον προσανατολισμό και τις σταθερές τους. Καθημερινά βιώνουν τεράστια διλήμματα: «Να δώσουν προτεραιότητα στην οικονομική ευημερία ή να επιδιώξουν την ποιότητα στη ζωή τους;», «Να μεγαλώσουν τα παιδιά τους όπως παραδοσιακά έχουν μάθει ή να γίνουν «φίλοι» μαζί τους;», «Να μείνουν σε ένα γάμο που δεν τους ικανοποιεί για το καλό των παιδιών ή να αναζητήσουν την προσωπική ευτυχία σε έναν νέο σύντροφο;».
Τα άτομα της τρίτης ηλικίας, χάρη στο γεγονός ότι δεν μπορούν να επιταχύνουν για να προλάβουν τις αλλαγές και κινούνται με πιο αργούς ρυθμούς, έχουν τη δυνατότητα να αφομοιώνουν τις αλλαγές. Παρά το ότι οι ίδιοι αλλάζουν πιο αργά και πιο δύσκολα, γνωρίζουν περισσότερα για την αλλαγή από τους νέους, οι οποίοι χρειάζεται να μάθουν να ζουν σε έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει.
Για να αξιοποιηθεί ωστόσο ο πλούτος που «κατέχουν» οι παππούδες και οι γιαγιάδες, είναι απαραίτητο οι τρεις γενιές να συνυπάρχουν αρμονικά και να λειτουργούν με επιτυχία. Οι σχέσεις των μελών της οικογένειας θα πρέπει να χαρακτηρίζονται τόσο από εγγύτητα όσο και από απόσταση. Τα άτομα χρειάζεται να είναι κοντά, ώστε να ικανοποιούν της ανάγκες τους για επαφή και μοίρασμα, αλλά ταυτόχρονα να είναι και μακριά, ώστε να απολαμβάνουν την αυτονομία και τη μοναδικότητά τους. Από τη στιγμή μάλιστα που η οικογένεια και τα μέλη της αλλά και οι καταστάσεις γύρω τους συνεχώς αλλάζουν, είναι αναγκαίο τα άτομα να επαναπροσδιορίζουν ανάλογα την εγγύτητα και την απόστασή τους από τους άλλους, προκειμένου, ανά πάσα στιγμή, να βρίσκονται στην ιδανική θέση και έτσι να αποφεύγονται οι όποιες συγκρούσεις.Τα παιδιά επομένως δεν χάνουν  τα οφέλη, τις εμπειρίες, τη στοργή και τη σοφία που εκπορεύεται μέσα από την επαφή τους με τους παππούδες του. Αυτή βέβαια η επαφή δεν έχει μόνο θετικά οφέλη για το ίδιο το παιδί αλλά παρέχει και στη νέα οικογένεια μια στερεή συναισθηματική βάση πάνω στην οποία στηρίζεται το «οικοδόμημα» της μετέπειτα εξέλιξης του παιδιού. 

          

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου